Αναφορικά με την οστεοπόρωση σε άτομα με κινητική αναπηρία και παρά τον αυξημένο αριθμό παραγόντων κινδύνου σε αυτούς τους πληθυσμούς δεν υπάρχουν κατευθυντήριες οδηγίες σχετικά με τις μετρήσεις οστικής πυκνότητας και επιπλέον δεν υφίσταται ουσιαστικά σύστημα κατάταξης ανάλογο με αυτό των μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών.
Στη διεθνή βιβλιογραφία οι ασθενείς αυτοί κατατάσσονται σύμφωνα με τα κριτήρια που καθιέρωσε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (WHO) για τις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. O Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δημιούργησε ένα λειτουργικό ορισμό αναφορικά με την μετεμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση που βασίζεται στην οστική πυκνότητα (BMD) με βάση το Τ-score της μέτρησης σε οποιοδήποτε σημείο του σκελετού. Το σύστημα κατάταξης κατά WHO είναι αυτό που συναντάμε στη βιβλιογραφία και σε όλες τις συζητήσεις αναφορικά με τις παθήσεις των οστών.
Σύμφωνα με τα κριτήρια του WHO, οι γενικές κατηγορίες όσον αφορά στη διάγνωση είναι:
Φυσιολογικό: BMD όχι κάτω από μια σταθερά απόκλιση (SD) από το μέσο όρο των νέων ενηλίκων.(Τ-score > -1)Οστεοπενία: BMD μεταξύ μιας και 2.5 SD κάτω από το μέσο όρο των νέων ενηλίκων.(-1<T score<-2.5)
Οστεοπόρωση: BMD 2.5 SD ή περισσότερο κάτω από το μέσο όρο των νέων ενηλίκων.(T-score > -2.5)
Σοβαρή ή εγκατεστημένη οστεοπόρωση: BMD 2.5 SD ή περισσότερο κάτω από το μέσο όρο των νέων ενηλίκων και παρουσία ενός ή περισσοτέρων καταγμάτων .
Η οστεοπόρωση σε παραπληγία, τραυματικής ή παθολογικής αιτιολογίας, είναι πάθηση με πολυπαραγοντική παθοφυσιολογία στην οξεία και στη χρόνια φάση. Η απώλεια οστού είναι ταχύτατη μετά τη βλάβη, επισυμβαίνει κυρίως κάτωθεν του επιπέδου της βλάβης και μπορεί να φτάνει σε κάποιες περιοχές το 70%. Επιπλέον οι δείκτες οστικής απορρόφησης διατηρούνται επί μακρόν σε υψηλές τιμές που μπορεί να φθάσουν και το 10πλάσιο του κανονικού. Για το λόγο αυτό τους χαρακτηρίσαμε σε δημοσίευσή μας ως super fast bone losers.
Πιστεύουμε πως η έρευνα που πραγματοποιείται παγκοσμίως αναφορικά με την απώλεια οστικής μάζας σε παραπληγικούς παρέχει επιστημονικά τεκμηριωμένες αποδείξεις σχετικά με την αντιμετώπιση της οστικής απώλειας.
Η αντιοστεοπορωτική φαρμακευτική αγωγή πρέπει να αρχίζει στην πρώιμη φάση της βλάβης, να είναι ισχυρή και να επαναλαμβάνεται μετά από προσεκτική αξιολόγηση της κλινικής εικόνας, της οστικής πυκνομετρίας, των βιοχημικών δεικτών (οστικής παραγωγής και απορρόφησης) και της νεφρικής λειτουργίας. Τα διφωσφονικά φάρμακα και πιο συγκεκριμένα η αλενδρονάτη έχουν αποδείξει ήδη τη θετική τους επίδραση όταν συνδυάζονται με προγράμματα Αποκατάστασης.
Η ενημέρωση των επιστημόνων υγείας στην αντιμετώπιση οστικής απώλειας στην παραπληγία θα βοηθήσει στην πρόληψη των <παραπληγικών> καταγμάτων που υφίσταται η συγκεκριμένη ομάδα πληθυσμού.

Το εξώφυλλο του βιβλίου